
Κοινωνική Στατική: δομή και σταθερότητα της κοινωνίας. Εξετάζει τους θεσμούς, τους κανόνες και τις αξίες της κοινωνίας και επιτρέπουν την αρμονική λειτουργία της. Αφορά κοινωνικούς θεσμούς όπως οικογένεια, θρησκεία, εκπαίδευση που λειτουργούν ως θεμέλια της κοινωνίας. Η κοινωνική στατική αναγνωρίζει ότι τα μέρη της κοινωνίας είναι αλληλένδετα και συνεργάζονται για τη διατήρηση της συνολικής ισορροπίας. Η κοινωνική στατική είναι προϋπόθεση της κοινωνικής δυναμικής.
Κοινωνική Δυναμική: μεταβολή και εξέλιξη της κοινωνίας. Εξετάζει τους παράγοντες και τις διαδικασίες που οδηγούν στην κοινωνική αλλαγή. Μελετά την εξέλιξη με την πάροδο του χρόνου μέσω τεχνολογίας, πολιτισμού, Νόμος τριών σταδίων.
Συμπάθεια: αναφέρεται στην ικανότητα να μοιραζόμαστε ή να κατανοούμε τα συναισθήματα και τις εμπειρίες των άλλων. Βασίζεται στη φαντασία, ο άνθρωπος μέσω της φαντασίας, προσπαθεί να μπει στη θέση του άλλου, να καταλάβει το πως νιώθει. (Adam Smith)
Εργαλειακή ορθολογικότητα: αναφέρεται στη λογική που ασχολείται με την επιλογή καταλληλότερων μέσων για την επίτευξη ενός δεδομένου στόχου ή σκοπού, αναξερτατήτως του ηθικού ή κοινωνικού περιεχομένου του στόχου. ‘Εχει να κάνει με τη σχέση μεταξύ μέσων και σκοπών, εστιάζοντας στη βελτιοποίηση των μέσων και στην μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας.
Ουσιαστική ορθολογικότητα: κατά πόσο η κοινωνία καταφέρνει να παράξει τα αναγκαία για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων.
Σχεδιασμένος καταμερισμός εργασίας: αφορά τη σκόπιμη, οργανωμένη κατανομή των εργασιακών ρόλων και καθηκόντων, συχνά από μια κεντρική αρχή ή μέσω συνειδητού σχεδιασμού.
Αυθόρμητος καταμερισμός εργασίας: αναφέρεται στη φυσική, αδιαμεσολάβητη κατανομή των εργασιακών ρόλων, η οποία προκύπτει μέσω κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, οικονομικών συναλλαγών και πολιτισμικών προσαρμογών, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό.
Εκκοσμίκευση: η μείωση της επιρροής της θρησκείας στη δημόσια ζωή και τη διακυβέρνηση. Ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας έγινε θεμελιώδης αρχή.
Αιτιακή εξήγηση: η διαδικασία μέσω της οποίας προσπαθούμε να κατανοήσουμε γιατί συμβαίνουν κοινωνικά φαινόμενα ή γεγονότα, εντοπίζοντας τις αιτίες που τα προκαλούν. Αποτελεί βασικό εργαλείο για την κατανόηση κοινωνικών διαδικασιών και δομών, παρέχοντας έναν τρόπο ανάλυσης της σχέσης αιτίου-αποτελέσματος.
Ενέργεια (Weber): η ενέργεια αναφέρεται στην ικανότητα του κοινωνικού επιστήμονα να κατανοεί τα νοήματα και τα κίνητρα πίσω από τις κοινωνικές πράξεις των ατόμων. Εστιάζει στην υποκειμενική πλευρά της ανθρώπινης δράσης, προκειμένου να εξηγήσει την κοινωνική συμπεριφορά και τα κοινωνικά φαινόμενα.
Μεθοδολογικός ολισμός: το “όλων” προηγείται των “μερών” (μια συνολική κατάσταση απαρτίζεται από πολλαπλά μέροι/ ατομικές συμπεριφορές)
Μίκροθεωρητικές: εστιάζουν στις μεμονομένες αλληλεπιδράσεις (π.χ. σκούντηξα τον ώμο ενός αγνώστου στο δρόμο)
Μάκροθεωρητικές: εστιάζουν σε μηχανισμούς και θεσμούς σε επίπεδο συνολικής θεωρίας (τείνει να πάει στην ανώτερη μονάδα ανάλυσης κοινωνικής θεωρίας) (π.χ. μελετά συνολικά την κοινωνία)
Ακκομάτιστος παρατηρητής: ένα φαντασιακό τρίτο πρόσωπο, μέσω του οποίου αξιολογούμε αν τα συναισθήματα μας είναι δικαιολογημένα ή υπερβολικά. Η ικανότητα μας να κρίνουμε τις πράξεις μας και τις πράξεις των άλλων, εξαρτάται από αυτή τη φαντασιακή απόσταση. Έτσι κρίνει αντικειμενικά λαμβάνοντας υπόψη πολλαπλές οπτικές γωνίες, έχοντας ενσυναίσθηση και ακολουθώντας τους κανόνες της κοινωνίας, καθώς κατανοεί την αξία τους χωρίς να υποτάσσεται σε αυτούς.
Εγωιστική φύση: οι άνθρωπο καθοδηγούνται από τα δικά τους συμφέροντα, η συμπάθεια δείχνει την ικανότητα να νοιάζονται για τους άλλους. Η συμπάθεια εξισοροπεί τον εγωισμό και προάγει τη συνεργασία.
Oι παραπάνω σημειώσεις έχουν αντληθεί από το σύγγραμμα και το μάθημα της κυρίας Λαβράνου στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας της Παντείου.
